-
1 χρηστός
A like χρήσιμος, useful, good of its kind, serviceable,[τόξα] χρηστὰ οὐδέν Hdt.3.78
; [ἀτραπὸς] οὐδὲν χ. τισι Id.7.215
;χ. ἐπίπλοα Id.1.94
; [γῆ] E.Hec. 594; οἰκία, opp. μοχθηρά, Pl.Grg. 504a; ἡ χ. μέλιττα, opp. οἱ κηφῆνες, Arist.HA 624b23: freq. of wholesome food,μελίτωμα Batr.39
; ποτόν, σῖτος, Pl.R. 438a;περὶ τὸ σῶμα Pl.Prt. 313d
: c. gen., for a thing, νεύρων for the sinews, Ael.NA14.21;ῥάφανος Alex.15.8
;ὄψον Antiph.242
, etc. (but pleasant to taste, nice, Thphr.Char.2.10): generally,πολιτεία Isoc.12.135
;βίος Aeschin.1.179
; of victims and omens, auspicious, ἱρά, σφάγια, Hdt.5.44, 9.61,62; τελευτὴ χ. a happy end or issue, Id.7.157;εἰ.. τοῦτό γε δοκέει ὑμῖν εἶναι χρηστόν Id.5.92
.ά: pl., τὰ χ., as Subst., benefits, kindnesses, Id.1.41, 42;χρηστὰ φέρειν Id.4.139
; χρηστόν τι συμβουλεύειν, χρηστὰ ἐπιτηδεύειν, Ar.Nu. 793, Antipho 3.3.9; χρηστὰ λέγειν, πράττειν, etc., Men. 725, 787, etc.: but τὰ χ. also, happy event,ἐκτελοῖτο δὴ τὰ χ. A.Pers. 228
(troch.); prosperity, success,τὰ χ. δ' αὔθ' ἕκαστ' ἔχει φίλους E.Hec. 1227
.2 in moral sense, opp. κακός, Eup. in PSI11.1213.2; opp. πονηρός, Pl.Prt. 313d; τὸ χ., opp. τὸ αἰσχρόν, S.Ph. 476; χρηστός, opp. λυπρός, E.Med. 601: but λῦπαι χρησταί if working for good, Pl.Grg. 499e.3 good for its purpose, effective (even for evil), τραῦμα, δῆγμα, Luc.Symp.44, Alex.55.4 Gramm., in use, current,ποιηταῖς χρηστά Eust.215.8
.II of persons, good, esp. in war, valiant, true, Hdt.5.109, 6.13, S.Ph. 437, etc.: generally, good, honest, worthy, Id.OT 610;οἰκέται X.Oec.9.5
; of women,ἐρεῖ τις ὡς Κλυταιμνήστρα κακή· Ἄλκηστιν ἀντέθηκα χρηστήν Eub. 117.11
, cf. Men.Mon. 634; of good citizens, useful, deserving, D.20.7: c. acc. cogn.,ἃ χρηστοὶ ἐγένεσθε Th.3.64
;χ. περὶ τὴν πόλιν γεγενημένος Lys.14.31
;χ. καὶ φιλόπολις Ar.Pl. 900
; collectively,ὀλίγον τὸ χ. Id.Ra. 783
; but also ironically,ὁ χ. οὑτοσί Id.Nu. 8
;οἱ χ. πρέσβεις οὗτοι D.18.30
, cf. 89;ἐκλελάκτικεν ὁ χ. ἡμῖν μοιχός Men.16
.b freq. on Epitaphs, IG3.3149,3155, al.c c. inf.,ὅσοι προβατεύειν χ. Him.Or.14.32
.3 of the gods, propitious, merciful, bestowing health or wealth,θεῶν χρηστῶν ἥκειν εὖ Hdt.8.111
, cf. M.Ant.9.11.4 of men, good, kindly,δούλῳ.. χ. γενόμενός ἐστι δεσπότης πατρίς Antiph.265
;ὡς ἡδὺ δούλῳ δεσπότου χρηστοῦ τυχεῖν Men.Mon. 556
, cf. Philem.227;ὁ χ., ὡς ἔοικε, καὶ χρηστοὺς ποιεῖ Men.203b
, cf. Plu.Phoc.10;χ. περί τινα D.59.2
;ἐπί τινας Ev.Luc.6.35
;εἰς ἀλλήλους Ep.Eph.4.32
.b sts. simple, silly, like εὐήθης, χρηστὸς εἶ ὅτι ἡγῇ .., you're a nice fellow, to think that.., Pl.Phdr. 264b, cf. Tht. 161a;ὦ χρηστέ D.18.318
.5 of a man, strong, able in body for sexual intercourse, = γυναικὶ χρῆσθαι δυνάμενος, Hp.Genit.2.6 of the dead, whence χρηστὸν ποιεῖν = ἀποκτιννύναι, in a treaty between the Spartans and Tegea, Arist.Fr. 592.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > χρηστός
-
2 χρηστος
31) хороший, отличный(γῆ Eur.; ποτόν, σῖτος Plat.)
2) добрый, благожелательный, благосклонный(θεοί Her.; δεσπότης Men.)
χρηστὰ χρηστοῖσι ἔς τινα ἀμείβεσθαι Her. — отплатить кому-л. добром за добро;χρηστόν τι συμβουλεύειν Arph. — дать добрый совет3) счастливый, благоприятный, успешный(ἱρά, τελευτή Her.)
ἐκτελοῖτο δέ τὰ χρηστά! Aesch. — да будет же счастлив исход!;τὰ χρηστὰ ἔχει φίλους Eur. — где счастье, там друзья4) порядочный, честный(βίος Aeschin.)
χ. καὴ φιλόπολις Arph. — честный патриот;ὀλίγον τὸ χρηστόν ἐστιν собир. Arph. — порядочных людей (в Афинах) мало5) кроткий, покорный6) благоустроенный, упорядоченный(πολιτεία Isocr.; οἰκία Plat.)
7) полезный, благотворный πρὸς τέν ψυχήν Plat.; αἱ μὲν χρησταί εἰσιν λῦπαι, αἱ δὲ πονηραί Plat.χ. περὴ τέν πόλιν γεγενημένος Lys. — оказавший услуги государству;
χρηστὰ μέλιττα Arst. — пчела-работница8) знатный, именитыйοἱ χρηστοί Xen. — родовитые люди, аристократия
9) ирон. простоватый, недалекий Arph., Dem., Men.φιλόλογός γ΄ εἶ ἀτεχνῶς καὴ χ. Plat. — охотник до споров ты большой, но и простак тоже
10) изрядный, сильный(δῆγμα Luc.; χρηστὸν καὴ βαθὺ τραῦμα Luc.)
См. также в других словарях:
χρηστός — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Καταγόταν από την Αλβανία και ήταν οπωροπώλης στην Κωνσταντινούπολη. Οι Τούρκοι τον αποκεφάλισαν γιατί αρνήθηκε να εξισλαμιστεί (1748). Η μνήμη του τιμάται στις 12 Φεβρουαρίου. * * * ή, ό / χρηστός, ή, όν, ΝΜΑ … Dictionary of Greek